Η διακοπή παροχής μιας κοινωφελούς, ζωτικής σημασίας για τον πολίτη, υπηρεσίας, όπως αυτής της παροχής ηλεκτροδότησης, σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με ετερογενούς προέλευσης οικονομικές υποχρεώσεις δεν είναι συμβατή με το ενωσιακό δίκαιο. Αυτό υποστηρίζει, μιλώντας στο energypress o δικηγόρος Δρ. Αντώνης Μεταξάς, λέκτορας ευρωπαϊκού δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και διευθύνων εταίρος της δικηγορικής εταιρίας «Μεταξάς & Συνεργάτες».
Προσθέτει μάλιστα ότι το ενωσιακό δίκαιο παρέχει και συγκεκριμένες νομικές βάσεις για τη στοιχειοθέτηση και σχετικής ευθύνης του Δημοσίου σε περίπτωση που η εφαρμογή μιας αντιβαίνουσας στο ενωσιακό δίκαιο ρύθμισης οδηγήσει σε ζημία του θιγόμενου πολίτη.
Σε συνέχεια του θορύβου που δημιουργήθηκε μετά τη σχετική απάντηση του επιτρόπου κ. Ότινγκερ στον ευρωβουλευτή κ. Χουντή, ο κ. Μεταξάς επισημαίνει:Οι διατάξεις της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ σχετικά με την καθολική υπηρεσία γεννούν σαφή υποχρέωση των κρατών μελών και παρέχουν στους οικιακούς καταναλωτές το δικαίωμα να προμηθεύονται ηλεκτρική ενέργεια. Η εν λόγω Οδηγία δεν περιέχει διατάξεις που να εξαρτούν το δικαίωμα αυτό από την εκπλήρωση φορολογικών ή άλλων υποχρεώσεων που δεν σχετίζονται με την πληρωμή του αντιτίμου της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
«Η διακοπή της παροχής ενός τέτοιου βασικού αγαθού ζωτικής σημασίας για κάθε πολίτη, όπως η ηλεκτρική ενέργεια, παρουσιάζεται από νομική άποψη εξόχως προβληματική όσον αφορά τη συμβατότητά της με βασικές παραδοχές του ευρωπαϊκού δικαίου. Η εξάρτηση της συνέχισης της παροχής μιας κοινωφελούς υπηρεσίας με τη δυνατότητα του πολίτη να ανταποκριθεί σε απολύτως ετερογενείς προς την εν λόγω υπηρεσία οικονομικές υποχρεώσεις (φορολογικές υποχρεώσεις, δημοτικά τέλη, τέλη υπέρ τρίτων κλπ.) είναι εξόχως προβληματική», προσθέτει ο κ. Μεταξάς, σημειώνοντας επίσης ότι η έννοια της κοινωφελούς καθολικής υπηρεσίας, η οποία έχει ευρύτερη αντανάκλαση και κατοχύρωση και στο ευρωπαϊκό δίκαιο, θίγεται καταφανώς μέσα από τη συγκεκριμένη προσέγγιση.
«Σαφώς πλήττεται ο εννοιολογικός πυρήνας της κοινωφελούς καθολικής υπηρεσίας, αλλά και οι θεσμικές και νομικές του κατοχυρώσεις», καταλήγει ο κ. Μεταξάς, ο οποίος προσθέτει ότι το ενωσιακό δίκαιο παρέχει και συγκεκριμένες νομικές βάσεις για τη στοιχειοθέτηση και σχετικής ευθύνης του Δημοσίου σε περίπτωση υιοθέτησης μιας τέτοιας αντιβαίνουσας στο ενωσιακό δίκαιο ρύθμισης, στο μέτρο που η εφαρμογή της οδηγήσει σε ζημία του θιγόμενου πολίτη. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση να συμμορφώνονται με το σύνολο της κείμενης ενωσιακής νομοθεσίας.
Σε περίπτωση θέσπισης από ένα κράτος μέλος μιας εθνικής ρύθμισης, τα έννομα αποτελέσματα της οποίας θέτουν de facto εν αμφιβόλω ή ακόμα και «καταργούν» δικαιώματα που απονέμονται στους ιδιώτες μέσω ενός ενωσιακού κανόνα δικαίου, ως εν προκειμένω της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και ειδικότερα των διατάξεων αυτής που αφορούν την προστασία των καταναλωτών (άρθρο 3 και παράρτημα Ι), τα δικαιώματα των ευάλωτων καταναλωτών (άρθρο 3 παράγραφοι 7 και 8) και την καθολική υπηρεσία (άρθρο 3 παράγραφος 3), γεννάται, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ε.Ε., ευθύνη του κράτους μέλους για αποζημίωση του τυχόν ζημιούμενου πολίτη.
Προσθέτει μάλιστα ότι το ενωσιακό δίκαιο παρέχει και συγκεκριμένες νομικές βάσεις για τη στοιχειοθέτηση και σχετικής ευθύνης του Δημοσίου σε περίπτωση που η εφαρμογή μιας αντιβαίνουσας στο ενωσιακό δίκαιο ρύθμισης οδηγήσει σε ζημία του θιγόμενου πολίτη.
Σε συνέχεια του θορύβου που δημιουργήθηκε μετά τη σχετική απάντηση του επιτρόπου κ. Ότινγκερ στον ευρωβουλευτή κ. Χουντή, ο κ. Μεταξάς επισημαίνει:Οι διατάξεις της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ σχετικά με την καθολική υπηρεσία γεννούν σαφή υποχρέωση των κρατών μελών και παρέχουν στους οικιακούς καταναλωτές το δικαίωμα να προμηθεύονται ηλεκτρική ενέργεια. Η εν λόγω Οδηγία δεν περιέχει διατάξεις που να εξαρτούν το δικαίωμα αυτό από την εκπλήρωση φορολογικών ή άλλων υποχρεώσεων που δεν σχετίζονται με την πληρωμή του αντιτίμου της καταναλισκόμενης ηλεκτρικής ενέργειας.
«Η διακοπή της παροχής ενός τέτοιου βασικού αγαθού ζωτικής σημασίας για κάθε πολίτη, όπως η ηλεκτρική ενέργεια, παρουσιάζεται από νομική άποψη εξόχως προβληματική όσον αφορά τη συμβατότητά της με βασικές παραδοχές του ευρωπαϊκού δικαίου. Η εξάρτηση της συνέχισης της παροχής μιας κοινωφελούς υπηρεσίας με τη δυνατότητα του πολίτη να ανταποκριθεί σε απολύτως ετερογενείς προς την εν λόγω υπηρεσία οικονομικές υποχρεώσεις (φορολογικές υποχρεώσεις, δημοτικά τέλη, τέλη υπέρ τρίτων κλπ.) είναι εξόχως προβληματική», προσθέτει ο κ. Μεταξάς, σημειώνοντας επίσης ότι η έννοια της κοινωφελούς καθολικής υπηρεσίας, η οποία έχει ευρύτερη αντανάκλαση και κατοχύρωση και στο ευρωπαϊκό δίκαιο, θίγεται καταφανώς μέσα από τη συγκεκριμένη προσέγγιση.
«Σαφώς πλήττεται ο εννοιολογικός πυρήνας της κοινωφελούς καθολικής υπηρεσίας, αλλά και οι θεσμικές και νομικές του κατοχυρώσεις», καταλήγει ο κ. Μεταξάς, ο οποίος προσθέτει ότι το ενωσιακό δίκαιο παρέχει και συγκεκριμένες νομικές βάσεις για τη στοιχειοθέτηση και σχετικής ευθύνης του Δημοσίου σε περίπτωση υιοθέτησης μιας τέτοιας αντιβαίνουσας στο ενωσιακό δίκαιο ρύθμισης, στο μέτρο που η εφαρμογή της οδηγήσει σε ζημία του θιγόμενου πολίτη. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση να συμμορφώνονται με το σύνολο της κείμενης ενωσιακής νομοθεσίας.
Σε περίπτωση θέσπισης από ένα κράτος μέλος μιας εθνικής ρύθμισης, τα έννομα αποτελέσματα της οποίας θέτουν de facto εν αμφιβόλω ή ακόμα και «καταργούν» δικαιώματα που απονέμονται στους ιδιώτες μέσω ενός ενωσιακού κανόνα δικαίου, ως εν προκειμένω της Οδηγίας 2009/72/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και ειδικότερα των διατάξεων αυτής που αφορούν την προστασία των καταναλωτών (άρθρο 3 και παράρτημα Ι), τα δικαιώματα των ευάλωτων καταναλωτών (άρθρο 3 παράγραφοι 7 και 8) και την καθολική υπηρεσία (άρθρο 3 παράγραφος 3), γεννάται, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ε.Ε., ευθύνη του κράτους μέλους για αποζημίωση του τυχόν ζημιούμενου πολίτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου