(Και τι δεν πρέπει να πάθουμε με αυτές...)
Του
Χαράλαμπου Γεωργούλα
Τη στιγμή που όσοι ασκούν σήμερα κυβερνητική εξουσία μιλούν για εκλογές, είτε για να τις αποτρέψουν, είτε για να τις μεταθέσουν στο τέλος της τετραετίας, είτε για να τις αναβάλουν σε ευθετότερο γι’ αυτούς χρόνο, εμείς που υφιστάμεθα την εξουσία τους τι πρέπει να κάνουμε;
Ορισμένοι, λίγοι είναι αλήθεια, μας προτείνουν να επαναλάβουμε το ευφυολόγημα «αν με τις εκλογές άλλαζε ο κόσμος, θα ήταν απαγορευμένες». Ν’ αφήσουμε, δηλαδή, τον κόσμο έκθετο σε μια συντηρητικής έμπνευσης προπαγάνδα, σύμφωνα με την οποία, ό,τι κι αν ψηφίσουμε το ίδιο, τελικά, κάνει. Μια προπαγάνδα που στέλνει κατ’ ευθείαν στην αγκαλιά των καθεστωτικών κομμάτων ή στην αγκαλιά της αποχής μεγάλα τμήματα ταλαντευόμενων ψηφοφόρων.
Το «γιατί» και το «πότε» των εκλογών
Θα έπρεπε να θυμίσουμε, όμως, σ’ αυτούς που μας συμβουλεύουν κάτι τέτοιο, ότι η αλήθεια είναι πως και χωρίς τις εκλογές δεν αλλάζει ο κόσμος. Με άλλα λόγια, και η πιο επαναστατική αλλαγή είναι θνησιγενής, αν δεν γίνει έμπρακτα αποδεκτή, αν δεν στηριχτεί και δεν ανανεώνει σταθερά τη στήριξή της στη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων. Εκτός αν έχουμε σκοπό να αναστήσουμε τον αντιδραστικό μύθο της πρωτοπορίας που βαδίζει ακάθεκτη αδιαφορώντας για τα «καθυστερημένα» λαϊκά στρώματα που βραδυπορούν, οπότε, πράγματι, οι εκλογές όχι μόνο δεν μπορούν ν’ αλλάξουν τον κόσμο, αλλά ίσως και να… στέκονται εμπόδιο σ’ αυτού του είδους την «αλλαγή».
Ας αφήσουμε αυτές τις μειοψηφικές, σχεδόν περιθωριακές απόψεις κι ας έρθουμε σε κάποιες που φαίνεται να βρίσκουν μεγαλύτερη απήχηση.
Η πιο συνηθισμένη, που την εκφράζει σήμερα σε χοντρές γραμμές η ηγεσία του ΚΚΕ, είναι εκείνη που κρατάει μια κάπως μπλαζέ στάση απέναντι στις εκλογικές μάχες, χωρίς να υποτιμά την ανάγκη ενισχυμένης εκλογικής καταγραφής των δυνάμεων της αριστεράς. Ναι, λένε, πρέπει να δίνουμε τις εκλογικές μάχες, να βάζουμε όσο το δυνατόν υψηλότερους στόχους και να τους πετυχαίνουμε, αλλά τα ζητήματα δεν κρίνονται στις εκλογές, κρίνονται στους κοινωνικούς αγώνες, στο συσχετισμό δύναμης που διαμορφώνεται εκεί. Συνεπώς, δεν θα κόψουμε και τις φλέβες μας για να γίνουν εδώ και τώρα εκλογές. Όποτε γίνουν, εμείς εδώ θα είμαστε…
Σωστή επιφύλαξη, λάθος γενίκευση
Αυτή η άποψη προσπαθεί να συμβιβάσει ένα σωστό και ένα λάθος. Είναι σωστό ότι καμία κατάκτηση στο πεδίο των εκλογικών αναμετρήσεων δεν μπορεί να κατοχυρωθεί, αν δεν στηρίζεται στην ανάπτυξη των κοινωνικών λαϊκών κινημάτων. Είναι λάθος, ωστόσο, από αυτή τη διαπίστωση να οδηγούμαστε στη θέση ότι, όποτε κι αν γίνουν εκλογές, το ίδιο είναι. Για δύο τουλάχιστον λόγους:
Πρώτον, γιατί η εκλογική έκφραση της λαϊκής θέλησης είναι χρήσιμο να συντονίζεται με την κινηματική έκφρασή της. Όταν η αντίθεση των λαϊκών τάξεων στην κυρίαρχη πολιτική κορυφώνεται, η αποδοκιμασία της στο πεδίο της εκλογικής μάχης θα είναι κατά τεκμήριο πιο κατηγορηματική και πιο αποφασιστική. Δεν είναι κουτοί οι κυβερνώντες που προσπαθούν να την αποφύγουν.
Δεύτερον, γιατί όταν υπάρχει πανθομολογούμενη διάσταση ανάμεσα την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική και τις διαθέσεις της πλειοψηφίας, των λαϊκών τάξεων, η εκλογική καταγραφή αυτής της διάστασης, ακόμη κι αν δεν οδηγεί σε ριζικές ανατροπές, μπορεί να γεμίσει με αισιοδοξία και να ωθήσει δυο βήματα πιο μπροστά το λαϊκό κίνημα. Γι’ αυτό, άλλωστε, όσοι ασκούν κυβερνητική εξουσία θέλουν να την αναβάλουν σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ώστε να μη λειτουργήσει σαν θρυαλίδα για γενικότερες αλλαγές στους συσχετισμούς.
Η διαλεκτική κοινωνίας και πολιτικής
Η απουσία αυτής της διαλεκτικής σύνδεσης μεταξύ εκλογικών και κοινωνικών αγώνων, ή η υποτίμηση της σημασία της μπορεί να υποκρύπτει και μια αναβλητική διάθεση για την ανάληψη εκ μέρους της αριστεράς πρωτοβουλιών στο πολιτικό πεδίο, με το επιχείρημα ότι δεν είναι ώριμα τα πράγματα στο κοινωνικό πεδίο. Επιχείρημα που παραβλέπει ότι δεν υπάρχουν στεγανά στην ανάπτυξη του λαϊκού κινήματος, ότι τα διάφορα πεδία ταξικού αγώνα είναι συγκοινωνούντα δοχεία και αλληλοεπηρεάζονται.
Όσο σωστό είναι να μην γίνονται τυχοδιωκτικά άλματα, ξεκομμένα από τις διαθέσεις και την ετοιμότητα των υποτελών τάξεων, να μην απλώνουμε, δηλαδή, τα πόδια μας έξω από το πάπλωμα, άλλο τόσο σωστό είναι ότι το πάπλωμα μεγαλώνει μαζί με τα πόδια μας. Κι αν δεν απλώναμε ποτέ τα πόδια μας, δεν θα χρειαζόταν να μακρύνει ποτέ ούτε το πάπλωμα…
Το να αποδίδουμε τυπικά προτεραιότητα στο κοινωνικό κίνημα, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε τη σημασία της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στην κοινωνική κινητικότητα και την αντανάκλασή της στην κεντρική πολιτική σκηνή (και το αντίστροφο), δείχνει τελικά μια υποτίμηση και της σημασίας του ίδιου του κοινωνικού κινήματος, υπό το μανδύα της απόδοσης σ’ αυτό μιας τυπικής πρωτοκαθεδρίας.
Μπροστά στην απροκάλυπτη προσπάθεια να παραπεμφθούν οι εκλογές στις ελληνικές καλένδες, η αριστερά δεν έχει την πολυτέλεια να θεωρητικολογεί, οφείλει να ζητάει εδώ και τώρα εκλογές.
Γιατί τώρα εκλογές;
Το αποτέλεσμά τους, λόγω ακριβώς των διεργασιών που συντελούνται στο κοινωνικό σώμα και με τη δική της συμβολή, είναι βέβαιο ότι θα επιδράσει προωθητικά και όχι κατευναστικά στην ανάπτυξη των κοινωνικών αγώνων και της οργάνωσής τους. Στο κάτω κάτω, ο λαός «πρέπει να μιλήσει» και με αυτό τον τρόπο.
Η αλήθεια είναι ότι ορισμένες φορές, όταν διατυπώνεται η απαίτηση για άμεσες εκλογές, και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, αφήνεται περιθώριο για παρερμηνείες. Για παράδειγμα, δεν γίνεται πάντοτε με την απαραίτητη σαφήνεια η διάκριση ανάμεσα στο ρεαλιστικό αποτέλεσμα που μπορούμε να περιμένουμε από τη συγκεκριμένη επόμενη εκλογική αναμέτρηση και στο στόχο της συγκρότησης του νέου συνασπισμού εξουσίας που επιδιώκουμε και θεωρούμε απαραίτητο.
Αφήνεται ορισμένες φορές η εντύπωση ότι η συγκρότηση του νέου συνασπισμού εξουσίας είναι υπόθεση μιας εκλογικής –ή μετεκλογικής– σύμπραξης και ότι επίκειται. Αρκεί να πάμε, ή να πάει η αριστερά γενικά, καλά στις επόμενες εκλογές.
Τι μπορούμε να περιμένουμε από τις κάλπεςΠροφανώς δεν είναι έτσι, όσο μεγάλη σημασία κι αν αποδώσουμε –και δικαίως– σ’ ένα καλό αποτέλεσμα για τον ΣΥΡΙΖΑ και γενικά για την αριστερά σ’ αυτές τις εκλογές.
Δεν μπορούμε να περιμένουμε από αυτές μια ριζική ανατροπή του συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων, όσο θετικό κι αν είναι για την αριστερά, το εκλογικό αποτέλεσμα. Όχι μόνο γιατί οι εσωτερικές διαφορές της μοιάζουν για την ώρα αγεφύρωτες, αλλά και γιατί η συγκρότησή της σε ενιαία δύναμη ανατροπής δεν είναι υπόθεση μερικών εβδομάδων.
Η καλλιέργεια, βέβαια, της ιδέας της ανατροπής και η υλοποίησή της πρέπει να επιδιώκονται σε συνδυασμό με την απαίτηση για άμεσες εκλογές. Δηλαδή, για πρακτική εφαρμογή της λαϊκής κυριαρχίας, που οφείλουμε να διεκδικούμε καθημερινά και εν παντί τόπω. Γιατί το ιδανικό μας δεν είναι εκείνο το απατηλό «μαζί με το λαό για το λαό», αλλά «ο ίδιος ο λαός για τον εαυτό του».
Άλλωστε, το όραμά μας για το σοσιαλισμό είναι το όραμα μιας κοινωνίας που, ακόμα κι όταν δεν ασκεί η ίδια άμεσα τη διαχείριση των κοινών, την ελέγχει αυστηρά και συστηματικά, σε κάθε πεδίο απαιτώντας ρητή καταγραφή της θέλησής της. Οφείλουμε, λοιπόν, να προδιαθέτουμε και με τις σημερινές θέσεις μας, και με την τρέχουσα πρακτική μας για ό,τι επαγγελόμαστε όταν η αριστερά, οι εργαζόμενοι, οι λαϊκές τάξεις «έλθουν εν τη βασιλεία τους».
Πηγή: Εποχή
Του
Χαράλαμπου Γεωργούλα
Τη στιγμή που όσοι ασκούν σήμερα κυβερνητική εξουσία μιλούν για εκλογές, είτε για να τις αποτρέψουν, είτε για να τις μεταθέσουν στο τέλος της τετραετίας, είτε για να τις αναβάλουν σε ευθετότερο γι’ αυτούς χρόνο, εμείς που υφιστάμεθα την εξουσία τους τι πρέπει να κάνουμε;
Ορισμένοι, λίγοι είναι αλήθεια, μας προτείνουν να επαναλάβουμε το ευφυολόγημα «αν με τις εκλογές άλλαζε ο κόσμος, θα ήταν απαγορευμένες». Ν’ αφήσουμε, δηλαδή, τον κόσμο έκθετο σε μια συντηρητικής έμπνευσης προπαγάνδα, σύμφωνα με την οποία, ό,τι κι αν ψηφίσουμε το ίδιο, τελικά, κάνει. Μια προπαγάνδα που στέλνει κατ’ ευθείαν στην αγκαλιά των καθεστωτικών κομμάτων ή στην αγκαλιά της αποχής μεγάλα τμήματα ταλαντευόμενων ψηφοφόρων.
Το «γιατί» και το «πότε» των εκλογών
Θα έπρεπε να θυμίσουμε, όμως, σ’ αυτούς που μας συμβουλεύουν κάτι τέτοιο, ότι η αλήθεια είναι πως και χωρίς τις εκλογές δεν αλλάζει ο κόσμος. Με άλλα λόγια, και η πιο επαναστατική αλλαγή είναι θνησιγενής, αν δεν γίνει έμπρακτα αποδεκτή, αν δεν στηριχτεί και δεν ανανεώνει σταθερά τη στήριξή της στη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων. Εκτός αν έχουμε σκοπό να αναστήσουμε τον αντιδραστικό μύθο της πρωτοπορίας που βαδίζει ακάθεκτη αδιαφορώντας για τα «καθυστερημένα» λαϊκά στρώματα που βραδυπορούν, οπότε, πράγματι, οι εκλογές όχι μόνο δεν μπορούν ν’ αλλάξουν τον κόσμο, αλλά ίσως και να… στέκονται εμπόδιο σ’ αυτού του είδους την «αλλαγή».
Ας αφήσουμε αυτές τις μειοψηφικές, σχεδόν περιθωριακές απόψεις κι ας έρθουμε σε κάποιες που φαίνεται να βρίσκουν μεγαλύτερη απήχηση.
Η πιο συνηθισμένη, που την εκφράζει σήμερα σε χοντρές γραμμές η ηγεσία του ΚΚΕ, είναι εκείνη που κρατάει μια κάπως μπλαζέ στάση απέναντι στις εκλογικές μάχες, χωρίς να υποτιμά την ανάγκη ενισχυμένης εκλογικής καταγραφής των δυνάμεων της αριστεράς. Ναι, λένε, πρέπει να δίνουμε τις εκλογικές μάχες, να βάζουμε όσο το δυνατόν υψηλότερους στόχους και να τους πετυχαίνουμε, αλλά τα ζητήματα δεν κρίνονται στις εκλογές, κρίνονται στους κοινωνικούς αγώνες, στο συσχετισμό δύναμης που διαμορφώνεται εκεί. Συνεπώς, δεν θα κόψουμε και τις φλέβες μας για να γίνουν εδώ και τώρα εκλογές. Όποτε γίνουν, εμείς εδώ θα είμαστε…
Σωστή επιφύλαξη, λάθος γενίκευση
Αυτή η άποψη προσπαθεί να συμβιβάσει ένα σωστό και ένα λάθος. Είναι σωστό ότι καμία κατάκτηση στο πεδίο των εκλογικών αναμετρήσεων δεν μπορεί να κατοχυρωθεί, αν δεν στηρίζεται στην ανάπτυξη των κοινωνικών λαϊκών κινημάτων. Είναι λάθος, ωστόσο, από αυτή τη διαπίστωση να οδηγούμαστε στη θέση ότι, όποτε κι αν γίνουν εκλογές, το ίδιο είναι. Για δύο τουλάχιστον λόγους:
Πρώτον, γιατί η εκλογική έκφραση της λαϊκής θέλησης είναι χρήσιμο να συντονίζεται με την κινηματική έκφρασή της. Όταν η αντίθεση των λαϊκών τάξεων στην κυρίαρχη πολιτική κορυφώνεται, η αποδοκιμασία της στο πεδίο της εκλογικής μάχης θα είναι κατά τεκμήριο πιο κατηγορηματική και πιο αποφασιστική. Δεν είναι κουτοί οι κυβερνώντες που προσπαθούν να την αποφύγουν.
Δεύτερον, γιατί όταν υπάρχει πανθομολογούμενη διάσταση ανάμεσα την ασκούμενη κυβερνητική πολιτική και τις διαθέσεις της πλειοψηφίας, των λαϊκών τάξεων, η εκλογική καταγραφή αυτής της διάστασης, ακόμη κι αν δεν οδηγεί σε ριζικές ανατροπές, μπορεί να γεμίσει με αισιοδοξία και να ωθήσει δυο βήματα πιο μπροστά το λαϊκό κίνημα. Γι’ αυτό, άλλωστε, όσοι ασκούν κυβερνητική εξουσία θέλουν να την αναβάλουν σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ώστε να μη λειτουργήσει σαν θρυαλίδα για γενικότερες αλλαγές στους συσχετισμούς.
Η διαλεκτική κοινωνίας και πολιτικής
Η απουσία αυτής της διαλεκτικής σύνδεσης μεταξύ εκλογικών και κοινωνικών αγώνων, ή η υποτίμηση της σημασία της μπορεί να υποκρύπτει και μια αναβλητική διάθεση για την ανάληψη εκ μέρους της αριστεράς πρωτοβουλιών στο πολιτικό πεδίο, με το επιχείρημα ότι δεν είναι ώριμα τα πράγματα στο κοινωνικό πεδίο. Επιχείρημα που παραβλέπει ότι δεν υπάρχουν στεγανά στην ανάπτυξη του λαϊκού κινήματος, ότι τα διάφορα πεδία ταξικού αγώνα είναι συγκοινωνούντα δοχεία και αλληλοεπηρεάζονται.
Όσο σωστό είναι να μην γίνονται τυχοδιωκτικά άλματα, ξεκομμένα από τις διαθέσεις και την ετοιμότητα των υποτελών τάξεων, να μην απλώνουμε, δηλαδή, τα πόδια μας έξω από το πάπλωμα, άλλο τόσο σωστό είναι ότι το πάπλωμα μεγαλώνει μαζί με τα πόδια μας. Κι αν δεν απλώναμε ποτέ τα πόδια μας, δεν θα χρειαζόταν να μακρύνει ποτέ ούτε το πάπλωμα…
Το να αποδίδουμε τυπικά προτεραιότητα στο κοινωνικό κίνημα, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε τη σημασία της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στην κοινωνική κινητικότητα και την αντανάκλασή της στην κεντρική πολιτική σκηνή (και το αντίστροφο), δείχνει τελικά μια υποτίμηση και της σημασίας του ίδιου του κοινωνικού κινήματος, υπό το μανδύα της απόδοσης σ’ αυτό μιας τυπικής πρωτοκαθεδρίας.
Μπροστά στην απροκάλυπτη προσπάθεια να παραπεμφθούν οι εκλογές στις ελληνικές καλένδες, η αριστερά δεν έχει την πολυτέλεια να θεωρητικολογεί, οφείλει να ζητάει εδώ και τώρα εκλογές.
Γιατί τώρα εκλογές;
Το αποτέλεσμά τους, λόγω ακριβώς των διεργασιών που συντελούνται στο κοινωνικό σώμα και με τη δική της συμβολή, είναι βέβαιο ότι θα επιδράσει προωθητικά και όχι κατευναστικά στην ανάπτυξη των κοινωνικών αγώνων και της οργάνωσής τους. Στο κάτω κάτω, ο λαός «πρέπει να μιλήσει» και με αυτό τον τρόπο.
Η αλήθεια είναι ότι ορισμένες φορές, όταν διατυπώνεται η απαίτηση για άμεσες εκλογές, και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, αφήνεται περιθώριο για παρερμηνείες. Για παράδειγμα, δεν γίνεται πάντοτε με την απαραίτητη σαφήνεια η διάκριση ανάμεσα στο ρεαλιστικό αποτέλεσμα που μπορούμε να περιμένουμε από τη συγκεκριμένη επόμενη εκλογική αναμέτρηση και στο στόχο της συγκρότησης του νέου συνασπισμού εξουσίας που επιδιώκουμε και θεωρούμε απαραίτητο.
Αφήνεται ορισμένες φορές η εντύπωση ότι η συγκρότηση του νέου συνασπισμού εξουσίας είναι υπόθεση μιας εκλογικής –ή μετεκλογικής– σύμπραξης και ότι επίκειται. Αρκεί να πάμε, ή να πάει η αριστερά γενικά, καλά στις επόμενες εκλογές.
Τι μπορούμε να περιμένουμε από τις κάλπεςΠροφανώς δεν είναι έτσι, όσο μεγάλη σημασία κι αν αποδώσουμε –και δικαίως– σ’ ένα καλό αποτέλεσμα για τον ΣΥΡΙΖΑ και γενικά για την αριστερά σ’ αυτές τις εκλογές.
Δεν μπορούμε να περιμένουμε από αυτές μια ριζική ανατροπή του συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων, όσο θετικό κι αν είναι για την αριστερά, το εκλογικό αποτέλεσμα. Όχι μόνο γιατί οι εσωτερικές διαφορές της μοιάζουν για την ώρα αγεφύρωτες, αλλά και γιατί η συγκρότησή της σε ενιαία δύναμη ανατροπής δεν είναι υπόθεση μερικών εβδομάδων.
Η καλλιέργεια, βέβαια, της ιδέας της ανατροπής και η υλοποίησή της πρέπει να επιδιώκονται σε συνδυασμό με την απαίτηση για άμεσες εκλογές. Δηλαδή, για πρακτική εφαρμογή της λαϊκής κυριαρχίας, που οφείλουμε να διεκδικούμε καθημερινά και εν παντί τόπω. Γιατί το ιδανικό μας δεν είναι εκείνο το απατηλό «μαζί με το λαό για το λαό», αλλά «ο ίδιος ο λαός για τον εαυτό του».
Άλλωστε, το όραμά μας για το σοσιαλισμό είναι το όραμα μιας κοινωνίας που, ακόμα κι όταν δεν ασκεί η ίδια άμεσα τη διαχείριση των κοινών, την ελέγχει αυστηρά και συστηματικά, σε κάθε πεδίο απαιτώντας ρητή καταγραφή της θέλησής της. Οφείλουμε, λοιπόν, να προδιαθέτουμε και με τις σημερινές θέσεις μας, και με την τρέχουσα πρακτική μας για ό,τι επαγγελόμαστε όταν η αριστερά, οι εργαζόμενοι, οι λαϊκές τάξεις «έλθουν εν τη βασιλεία τους».
Πηγή: Εποχή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου